Η σημερινή μας ιστορία μιλάει για το οικογενειακό δράμα ενός άντρα, ο οποίος έχει έναν αδερφό που πάσχει από σχιζοφρένεια. Ο αδερφός του, δεν παίρνει τα φάρμακά του και προκαλεί συνεχώς προβλήματα στην οικογένεια. Ο αναγνώστης, έχει φτάσει στα όριά του, αφού δεν φαίνεται να παίρνει βοήθεια από πουθενά.
Ήταν για εμάς επείγον ζήτημα να μοιραστούμε αυτό το μήνυμα μαζί σας, αφού η σχιζοφρένεια παρατηρείται σε πολλούς ανθρώπους και σίγουρα υπάρχουν κι άλλοι εκεί έξω που αντιμετωπίζουν το ίδιο πρόβλημα και δεν ξέρουν τι να κάνουν. Διαβάστε παρακάτω και δώστε στον αναγνώστη τις συμβουλές σας:
Είμαι 42 χρονών κι έχω έναν αδερφό 4 χρόνια μικρότερό μου. Πάσχει από σχιζοφρένεια η οποία ξεκίνησε να εμφανίζεται κάπου στα 25 του. Οι γονείς μου τότε είχαν στεναχωρηθεί πολύ. Δεν ήταν λίγοι εκείνοι που τους κατηγόρησαν. ότι το παιδί απέκτησε σχιζοφρένεια επειδή δεν το πρόσεξαν όσο θα έπρεπε ή επειδή το κακ@ποιούσαν.
Δείτε ακόμα Η μητέρα μου δεν πιστεύει στον κορονοϊό και ανησυχώ για την υγεία της.
Όλα αυτά όμως δεν ήταν παρά κουτσομπολιά. Σύμφωνα με τους ψυχιάτρους στη περίπτωση του αδερφού μου η σχιζοφρένεια ήταν ένα πρόβλημα που εμφανίστηκε με την γέννησή του, απλά εμφανίστηκε όσο ήταν ενήλικος. Οι γονείς μου μας μεγάλωσαν μέσα σε πολύ αγάπη και μας έμαθαν να είμαστε ενωμένα αδέρφια.
Η αλήθεια είναι ότι για όσο ζούσαν οι γονείς μας, το πρόβλημα του αδερφού μου, τους βάραινε αποκλειστικά. Εγώ σπούδασα και για αρκετά χρόνια έλειπα. Σίγουρα βοηθούσα σε ό,τι χρειαζόντουσαν όμως δεν ήταν κάτι που βάραινε τις δικές μου πλάτες.
Σπούδασα, έκανα την οικογένειά μου. Έχασα τον πατέρα μας πριν πολλά χρόνια κι ο αδερφός μου έμεινε υπό την επίβλεψη της μητέρας μου. Όλα κυλούσαν καλά. Έπαιρνε τα φάρμακά του και μπορεί μερικές φορές να είχε απρόβλεπτες συμπεριφορές όμως ήταν όλα ελεγχόμενα.
Η μητέρα μου, με είχε βάλει να υποσχεθώ ότι θα τον προσέχω. Και η αλήθεια είναι πως με τα τότε δεδομένα δεν είχα πρόβλημα να το κάνω. Μπορεί να είχα την δική μου οικογένεια όμως και ο αδερφός μου οικογένεια είναι και δεν θα μπορούσα να τον αφήσω μόνο του.
Άλλωστε έπαιρνε τα φάρμακά του κι εγώ το μόνο που χρειαζόταν να κάνω ήταν να του πηγαίνω φαγητό, γιατί εκείνος δεν μαγείρευε και φυσικά να ήμουν εκεί όποτε με χρειαζόταν, οικονομικά και συναισθηματικά. Η μητέρα μου έφυγε από την ζωή λίγα χρόνια πριν σε μεγάλη ηλικία.
Ξεκίνησα λοιπόν εγώ να έχω τον αδερφό μου υπό την προστασία μου. Η γυναίκα μου δεν είχε πρόβλημα με αυτό αφού το είχαμε ξεκαθαρίσει από την αρχή. Όμως έναν χρόνο περίπου μετά τον θάνατο της μητέρας μας, ο αδερφός μου ξεκίνησε να παίρνει την κάτω βόλτα.
Σταμάτησε να παίρνει τα φάρμακά του και ξεκίνησε να μου λέει ότι θέλω να του τα δίνω, γιατί θέλω να τον δηλητηριάσω. Να τον βγάλω τρελό και να του πάρω την περιουσία. Ξεκίνησε να πλάθει ιστορίες στο κεφάλι του. Προσπαθούσα να τον ηρεμήσω. Άλλες φορές τα κατάφερνα άλλες όχι.
Όταν έγινε επιθετικός σε μία γειτόνισσα, απευθύνθηκα στον εισαγγελέα για να τον εισάγουν σε ψυχιατρική κλινική. Κι όντως έτσι έγινε. Όμως σύμφωνα με τον νόμο, οι ασθενείς δεν μπορούν να μείνουν εκεί για πάντα, χωρίς την θέλησή τους.
Οπότε έμεινε ένα χρονικό διάστημα, τήρησε με το ζόρι την αγωγή, ηρέμησε, βγήκε έξω και ξεκίνησαν πάλι τα ίδια. Ο καιρός περνούσε και ο αδερφός μου γινόταν όλο και χειρότερα. Κυκλοφορούσε στην γειτονιά αξύριστος, πολύ αδυνατισμένος. Τρομαχτικός.
Ήμασταν από μικρά στην γειτονιά, όλοι μας ήξεραν και μπορεί εγώ να έμενα σε άλλη γειτονιά, όμως μάθαινα τι γινόταν ακόμη και όταν δεν πήγαινα από γείτονες που τον έβλεπαν. Μου έλεγαν ότι ζητιάνευε τσιγάρα. Ότι έμπαινε μέσα στα τοπικά παντοπωλεία και απαιτούσε να του δώσουν βερεσέ. Κι όταν δεν το έκαναν ξεκινούσε τις μανούρες.
Όταν τον επισκεπτόμουν – τακτικά μέσα στην εβδομάδα – προσπαθούσα να του μιλήσω ήρεμα. Να του εξηγήσω ότι όλοι τον αγαπάμε και ότι κανείς δεν προσπαθεί να του δώσει τίποτα για το κακό του. Μερικές φορές με άκουγε και συμφωνούσε. Άλλες φορές με έβριζε και μου έλεγε ότι όλα αυτά τα έχω σχεδιάσει εγώ. Ωρυόταν ότι δεν ήταν τρελός και ότι δε θα μου περάσει.
Μία φορά με χτύπησε κιόλας. Άλλες φορές μιλούσε για μένα, σε μένα, λες και δεν ήμουν εγώ. Για παράδειγμα μου έλεγε για τον “μ@λακα τον αδερφό του, σαν να ήμουν ένας γείτονας” . Ο καιρός περνούσε και πλέον ο εισαγγελέας με ήξερε με το μικρό μου.
Κάθε 4 μήνες τουλάχιστον πήγαινα, ακολουθούσα την γνωστή διαδικασία και είχαμε πάλι τα ίδια. Έχω κουραστεί. Πριν λίγες μέρες, με ενημέρωσαν ότι ο αδερφός μου, έσπασε τα τζάμια του αυτοκινήτου μιας γειτόνισσας επειδή της χτυπούσε κι εκείνη δεν του άνοιγε.
Τα πράγματα έχουν φύγει από τον έλεγχό μου. Πλέον χτυπάει το τηλέφωνο και ντρέπομαι να το σηκώσω. Η γυναίκα μου ξεκίνησε να μου λέει ότι δεν θέλει επαφές, ότι έχουμε ένα παιδί να μεγαλώσουμε, ότι όλο αυτό με έχει πάρει τόσο από κάτω που ανησυχεί για μένα.
Πλέον εξαιτίας της κατάστασης του αδερφού μου δεν έχω αναλάβει μόνο το φαγητό του. Εγώ πληρώνω τους λογαριασμούς – με την σύνταξη των δικών μου – , εγώ καθαρίζω το σπίτι, εγώ κανονίζω την θέρμανση. Δεν επιβαρύνομαι οικονομικά όμως δεν μπορώ άλλο να συντηρώ δύο σπίτια και να έχω και από πάνω τον φόβο ότι θα μας βρουν τα χειρότερα.
Τι να κάνω; Τι νομικές επιλογές μου δίνονται; Είναι δυνατόν να αφήνουν έναν άρρωστο άνθρωπο χωρίς την απαραίτητη ψυχιατρική στήριξη επειδή δεν έχουν την συγκατάθεσή του; Πως μπορεί να δώσει συγκατάθεση για κάτι τέτοιο, όταν πιστεύει ότι όλοι είναι εναντίον του;
Διαβάστε όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο στο Daddy-Cool.gr
Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου χωρίς την γραπτή άδεια από τον εκδότη.
Photo cover via: psychotherapy.net.gr