Ζευγάρι μπαίνει στο ασανσέρ δημόσιου κτιρίου. Ο μπαμπάς κρατά στην αγκαλιά το κοριτσάκι τους, που είναι περίπου τριών ετών. Κατεβαίνοντας, το ασανσέρ σταματά στους ενδιάμεσους ορόφους που το έχουν καλέσει. Κάποια στιγμή η πόρτα ανοίγει και μπαίνει ένας άγνωστος κύριος. Βλέποντας το χαριτωμένο κοριτσάκι, του λέει χαμογελώντας: «Βρε, τι είσαι εσύ;» και απλώνει το χέρι να το χαιδέψει. Το κοριτσάκι σηκώνει το χεράκι του και τον απωθεί απότομα. Αμέσως η μαμά και ο μπαμπάς αντιδρούν έντονα και μαλώνουν το κοριτσάκι. Είναι πολύ θυμωμένοι και ντρέπονται γι αυτό που έγινε. Ο μπαμπάς λέει: «Ω, κακό! Δεν χτυπάμε τους ανθρώπους…πονάνε!». Η μαμά κάνει πιο μεγάλο θέμα. Απειλεί το κοριτσάκι πως: «Αλλοίμονό σου, την επόμενη φορά που θα σηκώσεις χέρι… Ντροπή! Δε χτυπάμε τους ξένους!». Και συνεχίζει «Δε θα σε ξαναστείλω στο σχολείο που σου αρέσει, αν ξαναγίνει αυτό…».
Τι έκαναν λοιπόν αυτοί οι γονείς (εκτός από το γεγονός ότι παρέβλεψαν την πολύ μικρή ηλικία του παιδιού τους, μιλώντας του με τρόπο που θα έκανε νόημα σε μεγαλύτερο παιδί και απειλώντας το, με τρόπο ακατάλληλο για κάθε ηλικία);
Είπαν στο παιδί τους ότι πρέπει να μην αντιδρά, όταν άγνωστοι άνθρωποι απλώνουν το χέρι τους να το χαιδέψουν και ότι, αν το κάνει, είναι πολύ «κακό παιδί» και θα τιμωρηθεί!
Επέλεξαν την «ευγένεια» (που δεν μπορεί και δεν πρέπει, να την κατανοήσει ένα τόσο μικρό παιδί) από την ΑΣΦΑΛΕΙΑ.
Αντί να εξηγήσουν στον κύριο (ο οποίος φέρθηκε άστοχα και με αφέλεια -γιατί πολύ απλά δεν απλώνουμε το χέρι μας πάνω σε ξένα παιδιά, όσο αθώες κι αν είναι οι προθέσεις μας, χωρίς πρώτα να ζητήσουμε την άδεια των γονιών ή χωρίς να ρωτήσουμε τα ίδια) ότι:
«Δεν της αρέσει να τη χαιδεύουν όταν δε θέλει» μάλωσαν το παιδί τους (φοβούμενοι ότι θα χαρακτηριστούν «κακοί γονείς» και ότι το παιδί τους θα εξελιχθεί σε ένα ανάγωγο και επιθετικό άτομο).
Ποτέ δεν πιέζουμε ή δεν ενθαρρύνουμε τα παιδιά να αγκαλιάζουν, να φιλούν, να δέχονται αγγίγματα στα σώματά τους ή ακόμη και να χαιρετούν τρίτους ανθρώπους, όταν δείχνουν ότι δε θέλουν. Όταν το κάνουμε, δίνουμε το μήνυμα ότι είναι υποχρεωμένα να υπομένουν μια σωματική πράξη με την οποία δε νιώθουν άνετα. Ακόμα κι εμείς οι ίδιοι, σα γονείς, όταν μας ζητούν να σταματήσουμε να κάνουμε κάτι (πχ να τα γαργαλάμε), έστω κι όταν πιστεύουμε ότι γίνεται για πλάκα, πρέπει να σεβόμαστε την επιθυμία τους. Ετσι τα διδάσκουμε ότι κανείς δεν μπορεί να τα πιέσει να κάνουν οτιδήποτε στο σώμα τους, χωρίς τη θέλησή τους.
Επίσης, δε μαθαίνουμε στα παιδιά να είναι «ευγενικά» με ενηλίκους που ζητούν να τους βοηθήσουν, όταν εμείς δεν είμαστε παρόντες ή δεν το γνωρίζουμε.
Δεν είναι «ευγένεια» να δείξει ένα παιδί το δρόμο σε κάποιο φιλικό κύριο που του το ζητάει. Απλά γιατί ο κύριος μπορεί και οφείλει να απευθυνθεί σε ενήλικα. Όχι σε παιδί.
Δεν είναι «ευγένεια» να προσφερθεί ένα παιδί να πάρει τα ψώνια κάποιου και να τα μεταφέρει μέχρι την είσοδο της οικοδομής του ή παραμέσα -γιατί εκείνος δεν μπορεί.
Δεν είναι «ευγένεια» να ακολουθήσει μια κυρία ή έναν κύριο που έχασε το σκυλάκι του και ζητά βοήθεια να το βρει.
Δεν είναι «ευγένεια» να ανταποκριθεί το παιδί στο κάλεσμα ενός ενήλικα που επιβαίνει σε αυτοκίνητο, για να ρωτήσει κάτι και να πλησιάσει ή να σταματήσει.
Μαθαίνουμε τα παιδιά ότι, αν χρειαστεί να επιλέξουν, από την «ευγένεια» να προτιμούν πάντα την ΑΣΦΑΛΕΙΑ !
Γιατί η πρόληψη για την κακοποίηση και την παρενόχληση δεν είναι ένα «ειδικό» αντικείμενο που διδάσκεται με «ειδικούς» τρόπους στα μεγάλα παιδιά. Είναι μια καθημερινή προσπάθεια, που ξεκινά από τότε που το παιδί γεννιέται και γίνεται με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο μέσα από τις ευκαιρίες που δίνει η καθημερινή ζωή.
Σπυριδούλα Κώτση,
Παιδοψυχίατρος
via
Πατηστε ΕΔΩ και ελατε στην πιο ομορφη παρεα με συνταγες και κατασκευες για παιδια