Έγκλημα στην Ιερά Οδό: Με σκότωσε χίλιες φορές, τη σκότωσα μία! Σήμερα θα θυμηθούμε ένα έγκλημα που συντάραξε την Ελλάδα. Το έγκλημα έμεινε στην ιστορία της ελληνικής εγκληματολογίας με το όνομα “Το Έγκλημα στην Ιερά Οδό” και μέχρι και σήμερα συζητιέται.
Στην Ελλάδα οι οικογένειες τις περισσότερες φορές είναι πολύ δεμένες. Μάλιστα οι ελληνικές οικογένειες είναι τόσο δεμένες, που σε σατυρικές εκπομπές του εξωτερικού, πολλές φορές το έχουν σχολιάσει καυστικά και καλοπροαίρετα.
Επειδή στην Ελλάδα ο όρος “οικογένεια” έχει για τους περισσότερους ανθρώπους μία ιερότητα, πάντα σοκάρουν οι ειδήσεις που κάνουν λόγο για δολοφονίες ανάμεσα σε μητέρες, γιους, κòρες και πατεράδες. Δεν το χωράει ο νους μας. Ένα τέτοιο έγκλημα είναι και αυτό που θα σας περιγράψουμε παρακάτω. Συνεχίστε την ανάγνωση:
Θα μεταφερθούμε στις 17 Νοεμβρίου του 1991. Όπως κάθε χρόνο έτσι κι εκείνη την χρονιά, το κέντρο είχε κατακλυστεί από αστυνομικές δυνάμεις, αφού ο κόσμος θα έβγαινε στους δρόμους, για την επέτειο του Πολυτεχνείου. Παρόλα αυτά εκείνη την χρονιά στην Αθήνα, δεν σημειώθηκαν επεισόδια.
Δείτε ακόμα Οι 5 δολοφόνοι που αναζητούσαν τα θύματά τους στην Νικολούλη – Πως προδόθηκαν;
Στις 17 Νοεμβρίου του 1991, έμελλε πίσω από τις κλειστές πόρτες ενός διαμερίσματος να συμβούν τραγικά γεγονότα. Η 63χρονη Π.Γ. έμενε μόνη της σε ένα διαμέρισμα στην Ιερά Οδό. Η γειτονιά την περιέγραφε ως μία ιδιόρρυθμη γυναίκα.
Ήταν ανύπαντρη, συνταξιούχος καθαρίστρια και είχε έναν 28χρονο γιο, που όμως δεν είχαν καλές σχέσεις, αφού η γειτονιά δήλωνε ότι την επισκέπτονταν σπάνια. Οι λίγες επαφές που διατηρούσε η γυναίκα, ήταν με ορισμένες γειτόνισσες και με μερικούς συγγενείς.
Ο καθοριστικός ρόλος της γειτονιάς για την εξιχνίαση του εγκλήματος
Το μεσημέρι της 17ης Νοεμβρίου του 1991, οι γείτονες ήταν οι πρώτοι που αντιλήφθηκαν ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Το πρωί της ίδιας ημέρας, η 63χρονη είχε δώσει ραντεβού με μία φίλης της για να πάνε για ψώνια. Δεν εμφανίστηκε όμως. Επίσης δεν απαντούσε στο τηλέφωνο.
Η σιωπή της 63χρονης, κίνησε υποψίες και η φίλη της ανήσυχη ειδοποίησε την αστυνομία. Ο ιδιοκτήτης του διπλανού σπιτιού είχε δηλώσει στους δημοσιογράφους τότε ότι:
«Ήρθε ένα περιπολικό και ένας αστυνομικός πέρασε από το μπαλκόνι μου στο δικό της και κοίταξε από την μπαλκονόπορτα. Όλα ήταν στη θέση τους, ο αστυνομικός δεν διαπίστωσε τίποτα το ύποπτο και έφυγε»
Όμως η 63χρονη τις επόμενες ώρες συνέχιζε να αγνοείται. Η μαρτυρία μίας άλλης γειτόνισσας ανησύχησε ακόμη περισσότερο τους γνωστούς τους. Σύμφωνα με την μαρτυρία της περίπου στις 12:30 το μεσημέρι, είχε ακούσει φασαρία και σπασίματα από το διαμέρισμα της 63χρονης.
Το ίδιο απόγευμα λοιπόν η αστυνομία κλήθηκε και πάλι. Παράλληλα, ενημερώθηκαν οι κοντινοί συγγενείς της αγνοούμενης. Αυτή τη φορά, μαζί με τους αστυνομικούς έφτασε και ο αδερφός της 63χρονης μαζί με έναν κλειδαρά. Όταν άνοιξαν την πόρτα του σπιτιού, σοκαρίστηκαν από αυτό που αντίκρισαν.
Την είχε μαχαιρώσει με 30 μαχαιριές!
Οι αστυνομικές αρχές μαζί με τον αδερφό της 63χρονης δεν χρειάστηκε να ψάξουν πολύ. Αντίκρισαν το νεκρό σώμα της άτυχης γυναίκας να κείτεται αιμόφυρτο στο χολ του σπιτιού. Τα τραύματα σε όλο της το σώμα όπως και η λίμνη αίματος που είχε σχηματιστεί γύρω της, έδειχναν ξεκάθαρα ότι η γυναίκα είχε πέσει θύμα δολοφονίας.
Τα νέα φυσικά διαδόθηκαν γρήγορα και το έγκλημα στην Ιερά Οδό, συγκλόνισε την τοπική κοινωνία. Αρχικά οι περισσότεροι, πίστευαν ότι το κίνητρο ήταν η ληστεία. Δύο μήνες πριν η 63χρονη, είχε κερδίσει 400.000 δραχμές στο ΛΟΤΤΟ. Αυτό το ποσό ήταν ιδιαίτερα σημαντικό για την εποχή εκείνη.
Όμως ο τόπος του εγκλήματος και η ιατροδικαστική έρευνα διέψευσαν αυτές τις θεωρίες. Ο δολοφόνος είχε επιτεθεί στο θύμα του με μανία, αφού το σώμα της είχε 30 μαχαιριές. Αυτές οι μαχαιριές βρίσκονταν στο πρόσωπο, στον θώρακα, στην κοιλιά και στην πλάτη.
Επίσης στην πόρτα δεν υπήρχαν σημάδια παραβίασης ενώ το σπίτι δεν έδειχνε αναστατωμένο. Ο δράστης λοιπόν είχε ερευνήσει επιλεκτικά ορισμένα σημεία γεγονός που δήλωνε ότι γνώριζε πολύ καλά τον χώρο. Οι αστυνομικοί συμπέραναν ότι πρόκειται για κοντινό πρόσωπο και άρχισαν αμέσως να κάνουν έρευνες στο κοντινό περιβάλλον του θύματος.
«Με σκότωσε χίλιες φορές, τη σκότωσα μία»
Το θύμα είχε βγει στην σύνταξη πριν δύο χρόνια και τα τελευταία χρόνια οι επαφές της ήταν πολύ περιορισμένες, Αυτό λοιπόν έκανε πιο εύκολο στις αστυνομικές δυνάμεις να συντάξουν γρήγορα μία λίστα με τους βασικούς υπόπτους. Αυτοί οι ύποπτοι πήγαν για ανάκριση.
Στο στόχαστρο μπήκε ο αποξενωμένος γιός της άτυχης γυναίκας. Από την πρώτη μέρα ο 28χρονος κλήθηκε στο τμήμα για να απαντήσει σε μερικές ερωτήσεις. Δεν υπήρχαν όμως αρκετά στοιχεία και αφέθηκε ελεύθερος. Μερικές μέρες αργότερα όμως ήρθαν στην επιφάνεια μαρτυρίες που στοχοποιούσαν τον 28χρονο.
Οι αστυνομικοί των φώναξαν και πάλι στο τμήμα. Αυτή τη φορά ο 28χρονος ομολόγησε όλη την αλήθεια. Σύμφωνα με τον ίδιο, το πρωί της 17ης Νοεμβρίου, επισκέφθηκε την μητέρα του χωρίς να έχει στο μυαλό του το έγκλημα. Της ζήτησε 5.000 δραχμές κι εκείνη του τις έδωσε.
Στην συνέχεια ο 28χρονος ξεκίνησε να της μιλάει για τα προβλήματά του. Κατάλαβε όμως ότι η μητέρα του αδιαφορούσε για ό,τι της έλεγε και ο 28χρονος εξοργίστηκε. Σύμφωνα με τα λεγόμενα του 28χρονου αυτή η οργή τον θόλωσε. Άρπαξε ένα μαχαίρι από την κουζίνα του σπιτιού και της επιτέθηκε.
Πριν το καταλάβει την είχε ήδη μαχαιρώσει 30 φορές. Τα δύο τραύματα στον θώρακα ήταν και αυτά που τερμάτισαν την ζωή της άτυχης γυναίκας. Τρομοκρατημένος, άφησε την μητέρα του στο δάπεδο του σπιτιού και τράπηκε σε φυγή.
Στο δρόμο για το σπίτι του, πέταξε το μαχαίρι σε έναν κάδο σκουπιδιών. Αργότερα ξεφορτώθηκε και τα ματωμένα ρούχα του. Βγαίνοντας από το τμήμα ο 28χρονος δήλωσε τότε στους δημοσιογράφους ότι:
«Με είχε σκοτώσει χίλιες φορές, τη σκότωσα μία. Με κυνηγούσε από τότε που γεννήθηκα. Πίστευα ότι έτσι θα ελευθερωθώ» .
Τα παιδικά χρόνια του 28χρονου
Αποκαλύφθηκε ότι τα παιδικά χρόνια του 28χρονου ήταν δύσκολα. Ζούσε στο Ντίσελντορφ της Γερμανίας μαζί με την μητέρα του. Τον πατέρα του δεν τον γνώρισε ποτέ. Ο ίδιος δήλωνε ότι:
«Το μόνο που θυμάμαι είναι το ξύλο. Με χτυπούσε συνέχεια, οκτώ φορές την ημέρα. Άλλος θα είχε γίνει φυτό. Δεν ξέρω γιατί με γέννησε η μάνα μου. Μου έδινε κάποια διατροφή και με άφηνε στα ορφανοτροφεία».
Οι δημοσιογράφοι που τον συνάντησαν εκείνες τις μέρες, έκαναν λόγο για έναν ήρεμο άνθρωπο, λιγομίλητο, αδιάφορο. Έδειχνε αμέτοχος σε όσα συνέβαιναν γύρω του. Οι τελευταίες δηλώσεις του 28χρονου, επιβεβαίωσαν και την ψυχρή του στάση:
«Ο σκοτωμένος δεν σκοτώνει. Κι εγώ είμαι ήδη νεκρός ψυχικά. Μη με ρωτάτε άλλο, πάει τελείωσε για μένα. Αισθάνομαι ένα κενό. Ούτε μετανιώνω, ούτε χαίρομαι, ούτε τίποτα»….
All photos via: mixanitouxronou.gr
Διαβάστε όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο στο Daddy-Cool.gr
Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου χωρίς την γραπτή άδεια από τον εκδότη.