Close

Ήταν η μεγάλη κυρία του Ελληνικού τραγουδιού που απο κορδελιάστρα έγινε τραγουδίστρια : Το ξεκίνημα η καριέρα και το τέλος

Ήταν η μεγάλη κυρία του Ελληνικού τραγουδιού που απο κορδελιάστρα έγινε τραγουδίστρια : Το ξεκίνημα η καριέρα και το τέλος

«Δε θέλω να πεθάνω! Είναι όμορφη η ζωή. Κοίτα πόσο όμορφη είναι! Δε θέλω να τη χάσω… Να, όλο αυτό που περνάμε εδώ τώρα, θέλω να το ξαναζήσω! Και μετά, να μπορώ να δω τα παιδιά μου, τη μάνα μου, τα αδέλφια, τους φίλους μου. Δε θέλω να ‘μαι μέχρι εδώ. Θέλω να ζήσω και να τραγουδάω. Και να γελάμε».

Τα λόγια αυτά ανήκουν στη Βίκυ Μοσχολιού. Τα είχε πει στη Σεμίνα Διγενή, κάπου ανάμεσα σε μαντινάδες και γέλια. Πάλευε ήδη με τον καρκίνο. Κάποιες φορές δυνατή, κάποιες φορές να λυγίζει από το φόβο. Όχι το φόβο του θανάτου. Τον φόβο πως δε θα προλάβαινε να ζήσει όλα αυτά που ήθελε.

Και δεν πρόλαβε. Μια ημέρα σαν την χθεσινή , περίπου ένα χρόνο μετά από εκείνο το κρητικό γλέντι στην Αργυρούπολη, η Βίκυ Μοσχολιου άφησε την τελευταία της πνοή.

«Κορδελιάστρα σε παπουτσάδικο»

Στις 23 Μαΐου 1943, μέσα στα μαύρα χρόνια της ναζιστικής κατοχής, σε μια φτωχογειτονιά στον Κεραμεικό, στο κέντρο της Αθήνας, γεννήθηκε η Βίκυ Μοσχολιού. Προφανώς και δε χρειάζεται να αναφέρουμε το πόσο δύσκολα ήταν τα πρώτα χρόνια της ζωή της.

 

Εκείνος ο Πρίγκιπας της νύχτας και εκείνη η απόλυτη σταρ του Ελληνικού Κινηματόγραφου : Η γνωριμία, ο θρυλικός έρωτας και το τελευταίο καλοκαίρι του 

 

 

Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.

 

Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη Βίκυ Μοσχολιού Official (@vickymoscholiouofficial)

Φτώχεια, ανέχεια, πείνα, φόβος, πόνος. Αλλά και ένα καταφύγιο. Η μουσική. Ο πατέρας της Βίκυς Μοσχολιού ήταν ένας άνθρωπος που λάτρευε τη μουσική. Ακόμα και μέσα σε εκείνα τα μαύρα χρόνια, για εκείνον η μουσική ήταν απαραίτητο «συστατικό» της καθημερινότητας.

Κάποια στιγμή η οικογένεια αναγκάζεται να μετακομίσει στην Αγία Βαρβάρα. Η μητέρα της Βίκυς έπασχε από φυματίωση και ο καθαρός αέρας που ερχόταν από το όρος Αιγάλεω έκανε καλό στην εύθραυστη υγεία της. Και σε εκείνη τη φτωχογειτονιά, ωστόσο, τον πρώτο «ρόλο» τον είχε η μουσική.

«Δέκα σπίτια όλα κι όλα τριγύρω. Ξέραμε και τις αναπνοές μας ακόμη. Βουνό, πεύκα, αμυγδαλιές, πηγάδια, ελευθερία, ξενοιασιά, τραγούδι μέρα και νύχτα ήταν η ζωή μου. Ψωμί μάς έφερναν τα γαϊδουράκια απ’ αλλού. Τραγουδούσε η ψυχή μου λαϊκά και πετούσα, από τα όνειρα που έκανα. Γλυκά μεσάνυχτα και δεν κοιμόταν κανείς. Ο πατέρας μου είχε το ωραιότερο γραμμόφωνο της γειτονιάς και πολλούς δίσκους.

 

Ζήλευαν πολλοί την σχέση του με την Αλίκη : Ο ηθοποιός και συνεργάτης της που σκοτώθηκε σε τροχαίο και έγινε γνωστός στο κοινό από τους δεύτερους ρόλους

 

 

Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.

 

Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη Βίκυ Μοσχολιού Official (@vickymoscholiouofficial)

Πρώτα τραγούδια που αγάπησα το ”Θ’ ανέβω και θα τραγουδήσω” – είναι του Λουκά Νταράλα, του πατέρα του Γιώργου Νταλάρα – και το ”Αγάπη που ’γινες δίκοπο μαχαίρι” του Μάνου Χατζιδάκι. Στο γραμμόφωνο έβαζα το αυτί και άκουγα Στράτο (Παγιουμτζή), Μάρκο, Τσιτσάνη, Πέτρο Κυριακό. Τραγουδούσα στο λόφο και ακουγόταν στο τέρμα. […] Το ονειρευόμουνα να γίνω τραγουδίστρια. Ανέβαινα στην ταράτσα, έπαιρνα μια παλιά σωλήνα για μικρόφωνο και έκανα χειρονομίες» είχε πει το 1972 σε μια συνέντευξη που είχε δώσει στο περιοδικό «Επίκαιρα» και τον δημοσιογράφο Γιώργο Λιάνη.

 

Το τραγούδι, ωστόσο, δεν μπορούσε να λύσει τα τεράστια οικονομικά προβλήματα. Μπορούσε να τα κάνει πιο «γλυκά» αλλά όχι να τα «εξαφανίσει». Κάπως έτσι, η Βίκυ Μοσχολιού αναγκάστηκε σε μικρή ηλικία να εγκαταλείψει το σχολείο προκειμένου να πιάσει δουλειά για να βοηθήσει στα οικονομικά της οικογένειας.

Η πρώτη της δουλειά ήταν ως βοηθός γαζωτή σε ένα τσαγκαράδικο. Η ίδια, βέβαια, σπάνια χρησιμοποιούσε τον συγκεκριμένο όρο. Πάντα, όταν αναφερόταν σε εκείνα τα δύσκολα χρόνια, έλεγε πως ήταν «κορδελιάστρα σε παπουτσάδικο»!

 

Καζάκος- Καρέζη: Αδημοσίευτη φωτογραφία απ όταν φεύγουν από το μαιευτήριο αγκαλιά με τον μοναχογιό τους! (εικόνα)

 

Στην πραγματικότητα σε καμία δουλειά που έκανε δεν έμεινε πολύ καιρό. Όπως έλεγε η ίδια ήταν μικρή και… νοστιμούλα και όλο την πείραζαν οι άνδρες που δούλευαν εκεί και έτσι αυτή έφευγε και πήγαινε να δουλέψει αλλού.

Κάθε βράδυ, ωστόσο, παρά την κούραση μάζευε τις φίλες της και τους τραγουδούσε. Μέχρι που κάποια στιγμή, μια από τις φίλες της, της πρότεινε να πάνε μαζί να τραγουδήσουν στη ραδιοφωνική εκπομπή «Χαρούμενα Ταλέντα» του Γιώργου Οικονομίδη. Η Νανά Μούσχουρη, η Τζένη Βάνου, ο Γιάννης Βογιατζής ήταν μερικοί μόνο από τους τραγουδιστές που είχαν «αποκαλυφθεί» μέσα από τη συγκεκριμένη εκπομπή.

Η Βίκυ Μοσχολιού πήρε την άδεια του πατέρα της και πήγε. Τραγούδησε και αμέσως ξεχώρισε και αμέσως της έκαναν πρόταση να εμφανιστεί σε μουσικές παραστάσεις στο θέατρο «Διάνα». Ο πατέρας της αρνήθηκε. Εκείνη, όμως, έβλεπε σε όλο αυτό τη χρυσή ευκαιρία που έψαχνε για να ξεφύγει από τα τσαγκαράδικα. Τον παράκουσε και πήγε κρυφά. Όταν ο πατέρας της το έμαθε… «το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο»!

Το νερό, ωστόσο, είχε μπει στο αυλάκι. Πέρασε την πρώτη της οντισιόν στο θρυλικό κέντρο διασκέδασης «Τριάνα» αλλά από το άγχος δεν μπόρεσε να αποδώσει. Οι μουσικοί την έδιωξαν, ωστόσο, αυτός που τελικά την κράτησε ήταν ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης που την άκουσε, κατάλαβε πως – παρά το άγχος – η μικρή είχε σπουδαία φωνή και έπεισε τον Βασίλη Χειλά, τον ιδιοκτήτη του κέντρου να την κρατήσει.

Λίγους μήνες μετά η, ενήλικη πλέον, Βίκυ Μοσχολιού, θα συναντήσει σε ένα λεωφορείο προς το Αιγάλεω τον Γιώργο Ζαμπέτα. Ο μαέστρος δεν χρησιμοποιούσε αυτοκίνητο. Έπαιρνε το λεωφορείο για να πηγαίνει στο σπίτι του. Δε θα του μιλήσει από ντροπή αλλά λίγο καιρό αργότερα θα το τολμήσει. Εκείνος θα την ακούσει, θα καταλάβει πως πρόκειται για ατόφιο ταλέντο και θα την πάρει στο μαγαζί που εμφανιζόταν μαζί με τον Στέλιο Καζαντζίδη.

 

Βουγιουκλάκη- Λάσκαρη: Σπάνια φωτογραφία με τις δύο κολλητές χαλαρές χωρίς παπούτσια πάνω στον καναπέ!

 

«Θα κλείσω τα μάτια κι όπου με βγάλει…»

Αυτή ήταν η αρχή μιας σπουδαίας καριέρας. Ο Καζαντζίδης την πήρε μαζί του στην περιοδεία που έκανε στην Αυστραλία. Είχε εγγυηθεί προσωπικά στους γονείς της πως θα την προσέχει.

Στην Αυστραλία, ωστόσο, τα πράγματα πήγαν όσο πιο στραβά θα μπορούσαν να πάνε.

Οι διοργανωτές της περιοδείας κατηγόρησαν τον Καζαντζίδη πως «έφαγε» τα λεφτά της περιοδείας και εκείνος εξοργισμένος ακύρωσε όλες τις υπόλοιπες εμφανίσεις και εκνευρισμένος επέστρεψε στην Ελλάδα.

Άφησε πίσω, μόνη της και χωρίς χρήματα, τη Βίκυ Μοσχολιού. Η νεαρή τραγουδίστρια απεύθυνθηκε για βοήθεια στις Αρχές. Της είπαν πως δεν μπορούν να τη βοηθήσουν. Το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να την απελάσουν αλλά για να το κάνουν αυτό θα έπρεπε και αυτή να κάνει κάτι… παράνομο!

Η Βίκυ Μοσχολιού έσπασε μια βιτρίνα από ένα κατάστημα αλλά και Αρχές δεν την απέλασαν. Έτσι εκείνη άρχισε να ζητιανεύει προκειμένου να βρει τα λεφτά για τα εισιτήρια της επιστροφής. Όταν κατάφερε να επικοινωνήσει με τους συγγενείς της, τους εξήγησε τι είχε συμβεί και εκείνοι εξαγριωμένοι πήγαν στον Καζαντζίδη απαιτώντας να πληρώσει εκείνος τα έξοδα της επιστροφής της στην Ελλάδα, όπως και έγινε.

Όταν σοκαρισμένη επέστρεψε πίσω, θέλησε να σταματήσει κάθε ενασχόληση με το τραγούδι και προτίμησε να γίνει ξανά «κορδελιάστρα». Αυτό, όμως, δεν κράτησε για πολύ. Μετά από λίγο καιρό την άκουσε ο Σταύρος Ξαρχάκος που εκείνη την εποχή ψάχνει μια «φρέσκια» φωνή για να τραγουδήσει το θρυλικό πλέον τραγούδι Χάθηκε το φεγγάρι στην ταινία Λόλα, με το Νίκο Κούρκουλο και την Τζένη Καρέζη.

 

Ο Παράδεισος των Κυριών: Η Μιράντα μένει με τον Χριστόφορο

 

 

Από εκείνο το σημείο και έπειτα η Βίκυ Μοσχολιού χτίζει βήμα – βήμα μια τεράστια καριέρα γεμάτη επιτυχίες που σε μεγάλο βαθμό καθόρισαν το λαϊκό τραγούδι εκείνης της εποχής. Συνεργάζεται με τον Σπάνο, τον Ζαμπέτα, τον Καλδάρα, τον Μούτση, τον Πάνου, τον Θεοδωράκη, τον Τσιτσάνη, τον Βαμβακάρη, τον Κουγιουμτζή, τον Λεοντή, τον Κηλαηδόνη, τον Μαχαιρίτσα, τον Κατσαρό και πολλούς άλλους.

Ερμηνεύει με τον δικό της ξεχωριστό τρόπο τραγούδια που ακόμα ακούγονται σα να γράφτηκαν χθες. Κάνει περιοδείες στο εξωτερικό. Φτάνει να τραγουδάει στο Ρόαγιαλ Άλμπερτ Χολ του Λονδίνου και το θέατρο Ολυμπιά του Παρισιού.

Κάνει συναυλίες με τον Ξαρχάκο και τον Μπιθικώτση σε κάθε γωνιά της Ελλάδας. Με δικά της έξοδα διοργανώνει την πρώτη μεγάλη συναυλία Έλληνα μουσικού στην Κύπρο. Μεταπηδά από τα νυχτερινά κέντρα στις μπουάτ με τρομακτική ευκολία.

 

Μέμα Σταθοπούλου: Το τραγικό φινάλε της Ελληνίδας «Μπριζίτ Μπαρντό» που θα ξεπερνούσε τη Ζωή Λάσκαρη

 

Κάνει τα πάντα και τα κάνει γρήγορα. Κατακτά την κορυφή και συνεχίζει να τραγουδά με το ίδιο πάθος που τραγουδούσε στην ταράτσα του φτωχικού της στην Αγία Βαρβάρα σύμφωνα με το reader.gr.

Το φλογερό ειδύλλιο και ο γάμος της με τον ποδοσφαιριστή του Παναθηναϊκού Μίμη Δομάζο ήταν πρωτοσέλιδο για πολύ καιρό. Λέγεται πως 30.000 κόσμου μαζεύτηκε στη Μητρόπολη της Αθήνας για την τελετή η οποία έγινε λίγες ημέρες μετά την επιβολή της χούντας.

Έγινε ο κακό χαμός καθώς όλοι προσπαθούσαν να μπουν μέσα στον καθεδρικό ναό. Ο Τύπος της εποχής έγραψε πως η Μοσχολιού έδωσε 15.000 δραχμές στη Μητρόπολη για να επιδιορθωθούν οι ζημιές που είχαν γίνει.

Το ζευγάρι είχε φτιάξει 7.000 μπομπονιέρες (που είχαν κρεμασμένο ένα κλειδί του σολ και ένα τριφύλλι) οι οποίες φυσικά και έγιναν «καπνός»! Κάποιες από αυτές πουλήθηκαν στη μαύρη αγορά στο Μοναστηράκι!

Με τον Δομάζο απέκτησαν δυο κόρες, τη Ράνια και την Ευαγγελία, και χώρισαν μετά από 18 χρόνια γάμου. Η Μοσχολιού απέκτησε και ένα αγοράκι, το οποίο, ωστόσο, δεν μπόρεσε να κρατηθεί στη ζωή. Τρεις ημέρες αργότερα, δακρυσμένη και σε κακή ψυχολογική κατάσταση, η Μοσχολιού τραγούδησε σε προγραμματισμένη συναυλία στο Αλεξάνδρειο στη Θεσσαλονίκη.

 

Ο κρυφός αρραβώνας της Ζωής Λάσκαρη και άλλες άγνωστες ιστορίες για την ζωή της

 

Δεν ήθελε να ακυρώσει την εκδήλωση και το κοινό την ενθάρρυνε διαρκώς, πετώντας στη σκηνή κόκκινα γαρύφαλλα.

Η «Κοτοπούλη του λαϊκού τραγουδιού» όπως την είχε αποκαλέσει ο Γιάννης Τσαρούχης ή «το βιολοντσέλο της Ελληνικής μουσικής, όπως την είχε χαρακτηρίσει ο Μίκης Θεοδωράκης (δήλωση που λανθασμένα αποδίδεται στον Μάνο Χατζιδάκι), έφυγε από τη ζωή μια ημέρα σαν σήμερα, χτυπημένη από τον καρκίνο. Για τρία χρόνια έδωσε με αξιοπρέπεια μια σκληρή αλλά άνιση μάχη.

Λίγους μήνες πριν πεθάνει, είχε δει στον ύπνο της το μικρό της αγοράκι που δεν είχε καταφέρει να ζήσει και έλεγε στους συγγενείς της πως πλησιάζει και η δική της ώρα. Πριν το τέλος, μάλιστα, έδωσε στις κόρες της αναλυτικές οδηγίες για το πώς θα ήθελε η ίδια να γίνει η κηδεία της.

 

 

 

 

Διαβάστε όλα τα άρθρα για την μηχανή του χρόνου στο Daddy  – Cool.gr